Μπεκάτσα (Scolopax rusticola)
Η μπεκάτσα (Scolopax rustikola) είναι από τα σπουδαιότερα θηραματικά είδη της χώρας μας γιατί στα αλήθεια μονοπωλεί το ενδιαφέρoν χιλιάδων Ελλήνων κυνηγών. Η παραμονή της στη χώρα μας είναι περιορισμένη, όμως αρκετή για να προσφέρει μεγάλες συγκινήσεις σε αυτούς που θα την αναζητήσουν στους παραδοσιακούς της βιότοπους, από τα μέσα Οκτωμβρίου ως και τα μέσα Μαρτίου. Λίγο ως πολύ εμπειρικά γνωρίζουμε τις συνήθειες της αυτή την περίοδο, καθώς και τις ημερομηνίες της μετανάστευσης της. Mέχρι σήμερα οι Ευρωπαίοι ερευνητές έχουν αποκαλύψει κάποια μυστικά της βιολογίας της Βασίλισσας του δάσους, που η γνώση τους μας κάνει να τη σεβόμαστε, όχι μόνο ως θήραμα αλλά και ως αξιοθαύμαστο πλάσμα της φύσης.
Η διάμετρος της φωλιάς είναι 12 –15 εκατοστά και το βάθος της φτάνει τα 2 με 5 εκατοστά .Η στρωμνή της φωλιάς αποτελείται από νεκρά φύλλα , ξερά χόρτα , και μερικά φτερά . Τη φωλιά τη φτιάχνει το θηλυκό. Γεννάει 2-5 αυγά . Συνήθως γεννάει μια φορά , αλλά υπάρχουν αναφορές και για δύο φωλεοποιήσεις (Witherby et al. 1940, Clausager 1973). Αν η πρώτη φωλιά καταστραφεί τότε επαναφωλεωποιεί. Ο ρυθμός ωοτοκίας είναι 1-2 ημέρες . Μόνο το θηλυκό επωάζει τα αυγά. Η επώαση ξεκινάει με τη γέννηση του τελευταίου αυγού και διαρκεί 22 ημέρες (21-24). Η εκκόλαψη είναι συγχρονισμένη (Morgan and Shorten 1974). Τα νεαρά γίνονται ανεξάρτητα στην ηλικία των 5-6 εβδομάδων(Bettmann 1975). Τα νεαρά θηλυκά είναι έτοιμα για αναπαραγωγή στην ηλικία του ενός έτους ενώ τα περισσότερα αρσενικά όταν κλείσουν το δεύτερο έτος . Το ποσοστό επιτυχίας της αναπαραγωγής ανέρχεται σε 63.8% με 3-5 μικρά για κάθε επιτυχή φωλιά (Morgan and Shorten 1974).
Η μπεκάτσα είναι μοναχικό είδος . Συνήθως μεταναστεύει μόνη της , μερικές φορές ανά δύο και σπανιότερα σε ομάδες των 6 ή περισσότερες. Σε καμιά εποχή του χρόνου δεν παρουσιάζει χωροκρατική συμπεριφορά. Την περίοδο της αναπαραγωγής μόνο το αρσενικό εμφανίζει μια ανταγωνιστική συμπεριφορά, με τα υπόλοιπα αρσενικά χωρίς όμως να μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε χωροκρατική (G J M Hirons). Με τη χρήση ραδιοπομπών αποδείχτηκε ότι είναι είδος πολυγαμικό , ένα αρσενικό μπορεί να ζευγαρώσει με περισσότερα από τέσσερα θηλυκά , χωρίς όμως να έχει αποδειχτεί αν κάποιο θηλυκό του οποίου η φωλιά καταστράφηκε ξαναζευγαρώνει με το ίδιο αρσενικό. Το θηλυκό είναι αυτό που προσκαλεί τα αρσενικά στην περιοχή του και έπειτα από πολύ μικρό χρονικό διάστημα επιλέγει αυτό με το οποίο θα ζευγαρώσει. Κατά την περίοδο του ζευγαρώματος το θηλυκό είναι δυνατόν να αλλάξει σύντροφο. Το ζευγάρι παραμένει μαζί 3-4 ημέρες. Το αρσενικό μένει κοντά στο θηλυκό για να διαπιστώσει πόσο πιστή του είναι η σύντροφος του. Το αρσενικό την επισκέπτεται σε άτακτα χρονικά διαστήματα και την εγκαταλείπει όταν γεννήσει 3-4 αυγά (G J M Hirons 1981).
Τα νεαρά μετά την ανεξαρτητοποίηση τους παραμένουν μαζί τουλάχιστον για δύο εβδομάδες. Με δακτυλιώσεις που έγιναν αποδείχτηκε ότι παραμένουν πιστά στον τόπο που γεννήθηκαν και επιστρέφουν σε αυτόν για να αναπαραχθούν χωρίς να είναι αυτό απόλυτο. Τα αρσενικά παρουσιάζουν περισσότερο αυτή τη συμπεριφορά από ότι τα θηλυκά.
Τη συνήθεια αυτή της μπεκάτσας εκμεταλλεύονται, καταπατώντας το νόμο, οκνηροί και δειλοί λαθροθήρες που δεν έχουν την ικανότητα και το θάρρος να κυνηγήσουν την Bελουδομάτα στο δάσος. Το φαινόμενο αυτό της λαθροθηρίας στο «καρτέρι» έλαβε μεγάλες διαστάσεις στην Ελληνική ύπαιθρο την περασμένη χρονιά, ευχόμαστε να μη συμβεί το ίδιο και φέτος.
Με τη χρήση πομπών σε δύο περιοχές έρευνας διαπιστώθηκε ότι οι αποστάσεις που κινούνται ήταν αντίστοιχα: μέχρι 800 μέτρα στην πρώτη, ενώ στη δεύτερη που επικρατούσαν χαμηλές θερμοκρασίες μέχρι –17 βαθμούς Κελσίου ήταν μέχρι 3050 μέτρα. Τα νεαρά κινούνται σε μικρότερες αποστάσεις από ότι τα ενήλικα. Σε περιόδους χιονοκάλυψης οι αποστάσεις που διανύουν είναι μικρότερες (H J Wilson). Παρατηρήθηκε ότι κατά τη διάρκεια της ημέρας πολλές φορές πάνω από δύο άτομα κουρνιάζουν σε απόσταση 30 μέτρων μεταξύ τους χωρίς η συμπεριφορά του ενός να επηρεάζεται από τη συμπεριφορά του άλλου. Τα αρσενικά κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγής διαπληκτίζονται συχνά και το ένα καταδιώκει το άλλο μέχρι και 800 μέτρα μακριά.
από το site της Δ΄ ΚΟΣΕ
Αναπαραγωγή
Η μπεκάτσα αναπαράγεται στην Ασία και στην Ευρώπη. Στην Ασία αναπαράγεται στη Σιβηρία, στα Ιμαλάια, στα όρη Τίαν Σαν, στη Βόρεια Μογγολία, την Μαντζουρία και την Ιαπωνία. Στην Ευρώπη αναπαράγεται στα Νότια όρια των δασών της Ρωσίας, Φιλανδία και Νορβηγία, νότια του Καυκάσου, Κριμαία, Ρουμανία, Βουλγαρία, πρώην Γιουγκοσλαβία, Βόρια Ιταλία και Πυρηναία. Αρχίζει να γεννάει τα αυγά της το Μάρτιο με αποκορύφωμα τα μέσα Μαρτίου ως τα μέσα του Απριλίου, οι πιο όψιμες φωλιές έχουν βρεθεί ως τα μέσα Ιουλίου(Morgan and Shorten 1974). Γεννάει τα αυγά της στο έδαφος. Μέσα σε δάση φτιάχνει τη φωλιά της σε χαμηλή βλάστηση, στα βάτα και κοντά στη βάση των κορμών των δένδρων. Επίσης σε λιβάδια ,σε ελώδεις περιοχές και ερεικώνες, κρυμμένη σε χαμηλή ή μετρίου ύψους βλάστηση.Η διάμετρος της φωλιάς είναι 12 –15 εκατοστά και το βάθος της φτάνει τα 2 με 5 εκατοστά .Η στρωμνή της φωλιάς αποτελείται από νεκρά φύλλα , ξερά χόρτα , και μερικά φτερά . Τη φωλιά τη φτιάχνει το θηλυκό. Γεννάει 2-5 αυγά . Συνήθως γεννάει μια φορά , αλλά υπάρχουν αναφορές και για δύο φωλεοποιήσεις (Witherby et al. 1940, Clausager 1973). Αν η πρώτη φωλιά καταστραφεί τότε επαναφωλεωποιεί. Ο ρυθμός ωοτοκίας είναι 1-2 ημέρες . Μόνο το θηλυκό επωάζει τα αυγά. Η επώαση ξεκινάει με τη γέννηση του τελευταίου αυγού και διαρκεί 22 ημέρες (21-24). Η εκκόλαψη είναι συγχρονισμένη (Morgan and Shorten 1974). Τα νεαρά γίνονται ανεξάρτητα στην ηλικία των 5-6 εβδομάδων(Bettmann 1975). Τα νεαρά θηλυκά είναι έτοιμα για αναπαραγωγή στην ηλικία του ενός έτους ενώ τα περισσότερα αρσενικά όταν κλείσουν το δεύτερο έτος . Το ποσοστό επιτυχίας της αναπαραγωγής ανέρχεται σε 63.8% με 3-5 μικρά για κάθε επιτυχή φωλιά (Morgan and Shorten 1974).
Η μπεκάτσα είναι μοναχικό είδος . Συνήθως μεταναστεύει μόνη της , μερικές φορές ανά δύο και σπανιότερα σε ομάδες των 6 ή περισσότερες. Σε καμιά εποχή του χρόνου δεν παρουσιάζει χωροκρατική συμπεριφορά. Την περίοδο της αναπαραγωγής μόνο το αρσενικό εμφανίζει μια ανταγωνιστική συμπεριφορά, με τα υπόλοιπα αρσενικά χωρίς όμως να μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε χωροκρατική (G J M Hirons). Με τη χρήση ραδιοπομπών αποδείχτηκε ότι είναι είδος πολυγαμικό , ένα αρσενικό μπορεί να ζευγαρώσει με περισσότερα από τέσσερα θηλυκά , χωρίς όμως να έχει αποδειχτεί αν κάποιο θηλυκό του οποίου η φωλιά καταστράφηκε ξαναζευγαρώνει με το ίδιο αρσενικό. Το θηλυκό είναι αυτό που προσκαλεί τα αρσενικά στην περιοχή του και έπειτα από πολύ μικρό χρονικό διάστημα επιλέγει αυτό με το οποίο θα ζευγαρώσει. Κατά την περίοδο του ζευγαρώματος το θηλυκό είναι δυνατόν να αλλάξει σύντροφο. Το ζευγάρι παραμένει μαζί 3-4 ημέρες. Το αρσενικό μένει κοντά στο θηλυκό για να διαπιστώσει πόσο πιστή του είναι η σύντροφος του. Το αρσενικό την επισκέπτεται σε άτακτα χρονικά διαστήματα και την εγκαταλείπει όταν γεννήσει 3-4 αυγά (G J M Hirons 1981).
Τα νεαρά μετά την ανεξαρτητοποίηση τους παραμένουν μαζί τουλάχιστον για δύο εβδομάδες. Με δακτυλιώσεις που έγιναν αποδείχτηκε ότι παραμένουν πιστά στον τόπο που γεννήθηκαν και επιστρέφουν σε αυτόν για να αναπαραχθούν χωρίς να είναι αυτό απόλυτο. Τα αρσενικά παρουσιάζουν περισσότερο αυτή τη συμπεριφορά από ότι τα θηλυκά.
Ημερήσιες μετακινήσεις
Το χειμώνα κατά τη διάρκεια της ημέρας τα πουλιά ξεκουράζονται σε τακτικές θέσεις με πυκνή κάλυψη, 16-53 λεπτά μετά το ηλιοβασίλεμα πετούν προς τις θέσεις τροφοληψίας, επιστρέφουν ξανά στις θέσεις 23-57 λεπτά πριν το ηλιοβασίλεμα. Οι παραπάνω χρόνοι μεταβάλλονται ανάλογα με τις κρατούσες καιρικές συνθήκες , σε περίπτωση νεφοκάληψης εγκαταλείπουν τις θέσεις τους νωρίτερα και επιστρέφουν αργότερα. Τα δρομολόγια αυτά ακολουθούνται καθημερινά εκτός από μέρες υψηλού παγετού.Τη συνήθεια αυτή της μπεκάτσας εκμεταλλεύονται, καταπατώντας το νόμο, οκνηροί και δειλοί λαθροθήρες που δεν έχουν την ικανότητα και το θάρρος να κυνηγήσουν την Bελουδομάτα στο δάσος. Το φαινόμενο αυτό της λαθροθηρίας στο «καρτέρι» έλαβε μεγάλες διαστάσεις στην Ελληνική ύπαιθρο την περασμένη χρονιά, ευχόμαστε να μη συμβεί το ίδιο και φέτος.
Με τη χρήση πομπών σε δύο περιοχές έρευνας διαπιστώθηκε ότι οι αποστάσεις που κινούνται ήταν αντίστοιχα: μέχρι 800 μέτρα στην πρώτη, ενώ στη δεύτερη που επικρατούσαν χαμηλές θερμοκρασίες μέχρι –17 βαθμούς Κελσίου ήταν μέχρι 3050 μέτρα. Τα νεαρά κινούνται σε μικρότερες αποστάσεις από ότι τα ενήλικα. Σε περιόδους χιονοκάλυψης οι αποστάσεις που διανύουν είναι μικρότερες (H J Wilson). Παρατηρήθηκε ότι κατά τη διάρκεια της ημέρας πολλές φορές πάνω από δύο άτομα κουρνιάζουν σε απόσταση 30 μέτρων μεταξύ τους χωρίς η συμπεριφορά του ενός να επηρεάζεται από τη συμπεριφορά του άλλου. Τα αρσενικά κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγής διαπληκτίζονται συχνά και το ένα καταδιώκει το άλλο μέχρι και 800 μέτρα μακριά.
Μερικά λιγότερο γνωστά στοιχεία βιολογίας της μπεκάτσας
- Στην μπεκάτσα το φύλο δεν διακρίνεται, γιατί το είδος δεν εμφανίζει φυλετικό διμορφισμό, μπορούμε να διακρίνουμε το φύλο χωρίς μεγάλη ακρίβεια από το μήκος της ουράς.
- Το μήκος του ράμφους είναι κατά μέσο όρο 7,5 εκατοστά ,εμείς έχουμε δει μπεκάτσες που το μήκος του ράμφους τους δεν ξεπερνούσε τα 3,5 εκατοστά, το ίδιο έχει παρατηρηθεί και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, χωρίς να έχει δοθεί ακόμα ολοκληρωμένη επιστημονική εξήγηση στο φαινόμενο αυτό.
- Στην Αγγλία έχουν παρατηρήσει μπεκάτσες να μεταφέρουν τα μικρά τους σε πτήση ανάμεσα στα πόδια και την ουρά τους ή ανάμεσα στα πόδια και το στήθος τους (W.B. Alexader).
- Το μεγαλύτερο υψόμετρο που έχει παρατηρηθεί μπεκάτσα είναι τα 3500 μέτρα στα Ιμαλάια (Voous 1960).
- Η μπεκάτσα τρέφεται με γαιοσκώληκες, νύμφες διαφόρων εντόμων κυρίως σκαθαριών, με διάφορα έντομα καθώς και με φυτική τροφή. Ανασηκώνει τα φύλα με το ράμφος της και με τα ευαίσθητα νεύρα του ανακαλύπτει την τροφή, ενώ ταυτόχρονα λόγω της πλευρικής τοποθέτησης των ματιών της μπορεί να ελέγχει την περιοχή γύρω της .
από το site της Δ΄ ΚΟΣΕ