Οι αρχαίοι μας πρόγονοι είχαν ξεχωρίσει τα δύο συγγενικά είδη πέρδικας, κυρίως από το κελάηδημά τους, γεγονός που επιβεβαιώνει ο Θεόφραστος, λέγοντας πως "οι πέρδικες εντεύθεν του Κορυδαλλού κακαβίζουν (δηλ.κακαρίζουν) ενώ οι άλλες τιτιβίζουν" . Ο Αριστοτέλης το "κακάρισμα" το έλεγε "κακάβισμα", υποστηρίζοντας πως οι πέρδικες παράλλασαν την φωνή τους.
Οι αρχαίοι Ρωμαίοι αποκαλούσαν την Ελληνική πέρδικα "κουτορνίθι", παραφθορά της λέξης "κοθόρνιθα", από τους κοθόρνους, τα αρχαία πολεμικά σανδάλια. Κι' αυτό λόγω του κόκκινου χρώματος των σανδαλιών και του ίδιου χρώματος των ποδιών της πέρδικας. Όσοι λοιπόν, από άγνοια χρησιμοποιούν την λέξη "κουτορνίθι" για την Ελληνική πέρδικα, θα πρέπει μάλλον να την απευθύνουν σε άλλο είδος! Πάντως όχι στην πέρδικα, της οποίας η πονηριά και η εξυπνάδα, έχουν εγκωμιασθεί όχι μονάχα από τους ερευνητές, αλλά και από την Ελληνική λαϊκή Μούσα.
Η Ελληνική πέρδικα αναφέρεται σε πολυάριθμους πληθυσμούς μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Λέγεται δε πως με ειδικές μεθόδους συλλαμβανόνταν και σε μεγάλους αριθμούς, γινόνταν η εξαγωγή της για τον εμπλουτισμό των βιοτόπων άλλων Ευρωπαϊκών χωρών.
Αν οι συνήθειες και η βιολογία της μνημονεύονται από τους ερευνητές και τους φυσιοδίφες, η νεότερη λαϊκή ποίηση, αλλά και η λογοτεχνία, αφιερώνουν αμέτρητους στίχους και διηγήματα με προσωποποιημένη την πέρδικα ή αντίστροφα.
H πέρδικα ανήκει στην τάξη των ορνιθομόρφων (Galliformes), πού η εμφανισής τους πηγαίνει πίσω στην παλαιόκαινο περίοδο, πριν από 50 –60 εκατομμύρια χρόνια. Η τάξη αυτή περιλαμβάνει πουλιά μέσου, αλλά και μεγάλου μεγέθους.
Εντάσσεται στην οικογένεια των Φασιανίδων (Phasianidae) που περιλαμβάνει 178 είδη περίπου σ'ολο τον κόσμο και στην υποοικογένεια των περδικίνων (Perdicinae), στην οποία ανήκουν 132 είδη.
ΒΙΟΛΟΓΙΑ
Η πέρδικα είναι μονογαμικό πουλί, αν κι έχουν παρατηρηθεί περιπτώσεις όπου η αρσενική , ανάλογα με το κοπάδι, μπορεί να ζευγαρώσει με περισσότερες θηλυκιές.
Η πέρδικα είναι πουλί παμφάγο, σπόροι, βλαστάρια, έντομα ,σκουλήκια, ακρίδες, καρπούς κ.λ.π. Πάντα μαζί με την τροφή τρώει και μερικά πετραδάκια που την βοηθούν στην πέψη.
Οι πέρδικες τρέφονται νωρίς το πρωί και αργά το απόγευμα.
Το βράδυ συγκεντρώνεται το κοπάδι σε ορισμένο μέρος για το κούρνιασμα.
Η περίοδος αναπαραγωγής αρχίζει τον Ιανουάριο, Φεβρουάριο και τα πουλά τότε σχηματίζουν ζευγάρια. Κάνουν 10-15 αυγά που εκκολάπτουν για 20 ημέρες περίπου.
Εχθροί της πέρδικας είναι τα γεράκια , η αλεπού, τα φίδια .τα κοράκια, το τσακάλι κ.λ.π.
Στην πατρίδα μας απαντώνται 3 είδη.:
Γενική περιγραφή
Μήκος. 30-32 εκ. περίπου
Bάρος. 750 γρ. Περίπου
Ανοιγμα φτερούγων. 45-50 εκ
Χαρακτηριστικά γνωρίσματα: Ράχη, καστανόγκριζη. Στήθος και κοιλιά χρώματος γκρίζου, που καταλήγει σε κεραμιδί. Στα πλευρά της υπάρχουν 8-10 λωρίδες μαύρου χρώματος. Ο χαλινός της, το τμήμα ανάμεσα στη βάση του ματιού, είναι λευκός σε σχήμα V.Φέρει επίσης μαύρη ράβδωση, στο κεφάλι, που στενεύει πίσω από το μάτι και γίνεται διακεκομμένη.Το υπογάστριο φέρει σταχτοκόκκινο φτέρωμα, με κηλίδες προς τη μέση του στήθους που το κάνουν γκριζόλευκο. Οι ωτικές χώρες επίσης είναι πιο καστανές. Τα αρσενικά άτομα στο μέσο μέρος του ταρσού, φέρουν κεράτινη διόγκωση (κότσι), απ'οπου προήλθε και η λαική ονομασία τους « Κότσος».
Βιότοπος. Νησιά του Αιγαίου , Κρήτη, Ανατολική Θράκη.
Φωνή. Δυνατή, με χαρακτηριστικό κάκαρα-κακ κάκαρα κακ..